Audi: Ανακύκλωση αλουµινίου «κλειστού βρόχου» σε εργοστάσια της Audi

Την τελευταία τριετία, η Audi, σε συνεργασία µε τους προµηθευτές της, κάνει εκτεταµένη ανακύκλωση αλουµινίου «κλειστού βρόχου» σε εργοστάσιά της.
Η ανακύκλωση κλειστού βρόχου ουσιαστικά επαναπροωθεί τη φύρα του αλουµινίου από τη γραµµή παραγωγής στους προµηθευτές, για επεξεργασία και επιστροφή ως νέα πρώτη ύλη στο ίδιο εργοστάσιο. Κατόπιν επεξεργασίας, το αλουµίνιο είναι και πάλι διαθέσιµο σε απόλυτα ίδιας ποιότητας φύλλα έτοιµα για κατεργασία στις πρέσες, ενώ παράλληλα έχουν εξοικονοµηθεί ενέργεια και φυσικές πρώτες ύλες και έχει αποφευχθεί η έκλυση µεγάλης ποσότητας CO2 στο περιβάλλον
Αυτός ο τύπος ανακύκλωσης αλουµινίου ξεκίνησε στο εργοστάσιο του Neckarsulm το 2017 και από τις αρχές του έτους έχει επεκταθεί και στο Ingolstadt. To 2019, µόνο στο Neckarsulm, αποφεύχθηκε η έκλυση στο περιβάλλον περισσότερων από 150.000 τόνων CO2 χάρη στην ανακύκλωση αλουµινίου κλειστού βρόχου. Αυτός ο τύπος ανακύκλωσης εφαρµόζεται στην παραγωγή των A3, A4, A5, A6, A7, A8 και e-tron.
Η χρήση δευτερογενούς αλουµινίου επιτρέπει εξοικονόµηση ενέργειας έως και 95% σε σύγκριση µε το πρωτογενές αλουµίνιο, χωρίς την παραµικρή διαφορά στην ποιότητα.
Η Audi έχει µακρά παράδοση στη χρήση αλουµινίου. Το πρώτο Audi A8 µε το Audi Space Frame, µία καινοτόµα υλοποίηση βασισµένη στο αλουµίνιο, έκανε το ντεµπούτο του το 1994. Η Audi συνεχίζει να χρησιµοποιεί το ελαφρύ µέταλλο σε διάφορα εξαρτήµατα του πολυτελούς sedan και στην τέταρτη γενιά του. Ωστόσο, η παραγωγή αλουµινίου είναι εξαιρετικά ενεργοβόρα. Για τον λόγο αυτό, έχει υιοθετήσει την ανακύκλωση «κλειστού βρόχου», που σηµαίνει µία διαρκή προµήθεια, χρήση και ανακύκλωση του υλικού, µέσα στη διαδικασία κατασκευής ενός αυτοκινήτου. Αυτό εξοικονοµεί πολύτιµες πρώτες ύλες και βελτιώνει το ενεργειακό αποτύπωµα του µοντέλου, πριν εισέλθει στη φάση χρήσης. Η συγκεκριµένη µορφή ανακύκλωσης χρησιµοποιείται σήµερα στο Neckarsulm και το Ingolstadt, στην κατασκευή των A3, A4, A5, A6, A7 και A8, καθώς και για παραγωγή ανταλλακτικών των Audi e-tron και e-tron Sportback.
«Η αποτελεσµατική, συνετή και λιτή χρήση των πόρων είναι εξίσου σηµαντική για εµάς όσο και η µείωση των εκποµπών CO2», λέει ο Marco Philippi, Επικεφαλής της Στρατηγικής Προµηθειών. «Οι απαιτήσεις σε ενέργεια για την παραγωγή δευτερογενούς αλουµινίου από ανακύκλωση, είναι έως 95% χαµηλότερες από την αντίστοιχη ενέργεια για την παραγωγή πρωτογενούς αλουµινίου».
Η Audi παρουσίασε την ανακύκλωση αλουµινίου κλειστού βρόχου στο Neckarsulm το 2017. Η φύρα αλουµινίου που δηµιουργείται τόσο στις πρέσες όσο και στα υπόλοιπα τµήµατα της γραµµής παραγωγής, αποστέλλεται απευθείας στον προµηθευτή. Εκεί γίνεται ανακύκλωση σε φύλλα αλουµινίου των οποίων η ποιότητα είναι πανοµοιότυπη µε αυτήν των αρχικών.
Το αλουµίνιο αυτό χρησιµοποιείται στη συνέχεια κανονικά από την Audi στην παραγωγή. Μόνο στο Neckarsulm, την περασµένη χρονιά, η ανακύκλωση αλουµινίου κλειστού βρόχου απέτρεψε την έκλυση περισσότερων από 150.000 τόνων ρύπων CO2 στο περιβάλλον ενώ η συνολική ποσότητα από το 2017 υπολογίζεται στους 350.000 τόνους. Η ανακύκλωση αλουµινίου κλειστού βρόχου υλοποιήθηκε από την αρχή της χρονιάς και στο Ingolstadt ενώ στο Györ θα παρουσιαστεί το 2021, µε κατασκευή επιπλέον εργοστασίου.
Η µετάβαση στην ηλεκτρική κινητικότητα αλλάζει την ισορροπία ρύπων, αυξάνοντας το ποσοστό εκποµπών CO2 για το οποίο ευθύνεται η εφοδιαστική αλυσίδα. Υπολογίζεται ότι σε αυτή και στη διαδικασία παραγωγής, έως το 2025 η Audi θα παράγει προοπτικά σχεδόν το ένα τέταρτο των εκποµπών CO2, µε βάση τον προβλεπόµενο µέσο όρο του στόλου.
Η Audi συνεργάζεται έγκαιρα µε τους προµηθευτές της για να υιοθετήσει µέτρα που θα έχουν αντίκτυπο σε αυτήν την πρώιµη φάση της ζωής ενός µοντέλου και τη σηµαντική µείωση ρύπων CO2. Οι ευκαιρίες βρίσκονται κυρίως σε ανακύκλωση κλειστού βρόχου διάφορων υλικών, τη διαδοχική αύξηση στη χρήση υλικών σε δευτερογενές επίπεδο, τη χρήση πολυµερών υλικών και τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας προερχόµενη από ανανεώσιµες πηγές.
Αυτά τα µέτρα αναµένεται να είναι πλήρως αποτελεσµατικά έως το 2025 και θα κάνουν πιθανή την εξοικονόµηση κατά µέσο όρο περίπου 1,2 τόνων ρύπων CO2 ανά όχηµα.