Διαμεσολάβηση: Η εξωδικαστική λύση μεταξύ διαφωνούντων

Με τον Νόμο 3898/2010, που γνωρίζει ήδη τις πρώτες πρακτικές εφαρμογές του, από τον Σεπτέμβριο του 2013 μπορούν 2 μέρη να λύσουν τις μεταξύ τους ιδιωτικές διαφορές εξωδικαστικά, με τη συνδρομή ενός εξειδικευμένου δικηγόρου-διαμεσολαβητή με εκπαίδευση και διαπίστευση από το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Ο θεσμός της διαμεσολάβησης είναι μια διαδικασία, η οποία υφίσταται Πανευρωπαϊκά, με βάση τη κοινοτική οδηγία 52/2008 και κατ΄ επέκταση την Ελληνική νομοθεσία (νόμος 3898/2010).
Ο νόμος αυτός και ειδικότερα ο θεσμός της διαμεσολάβησης, δεν είναι ακόμα γνωστός στο μέσο Έλληνα πολίτη, γιατί έχει ξεκινήσει να εφαρμόζεται πρακτικά πρόσφατα, μετά την υιοθέτηση των αναγκαίων για το σκοπό αυτό Υπουργικών Αποφάσεων το 2012 και την Άνοιξη του 2013.
Όσο για τους δικηγόρους-διαμεσολαβητές, αυτούς μπορεί ο κάθε ενδιαφερόμενος να βρει στο διαδικτυακό τόπο του Υπουργείου Δικαιοσύνης www.ministryofjustice.gr, όπου έχει αναρτηθεί πίνακας 381 -αυτή τη στιγμή- εξειδικευμένων διαμεσολαβητών. Σημειώνεται ότι για διεθνείς διαφορές ο διαμεσολαβητής μπορεί να είναι και μη δικηγόρος.
Η διαμεσολάβηση είναι στην ουσία μια υποβοηθούμενη από τους εξειδικευμένους διαμεσολαβητές διαπραγμάτευση μεταξύ δύο μερών, τα οποία έχουν διαφορές σε ένα ή περισσότερα θέματα.
Πώς λειτουργεί ο θεσμός
Όταν κάποιος πολίτης, επαγγελματίας ή έμπορος έχει άλυτες διαφορές, για οποιοδήποτε λόγο, με έναν άλλο και δεν μπορούν να βρουν μια κοινά αποδεκτή λύση, τότε υπάρχουν δύο δρόμοι για να τις λύσουν.
Ο ένας είναι τα δικαστήρια και ο άλλος είναι εξωδικαστικώς, με τον θεσμό της διαμεσολάβησης, όποτε ο νόμος δεν καθιστά για κάποιο είδος υπόθεσης την προσφυγή στα δικαστήρια υποχρεωτική. Στη διαμεσολάβηση παίρνουν μέρος ένας δικηγόρος για κάθε πλευρά, τα εμπλεκόμενα μέρη στη διαφορά και ένας διαμεσολαβητής κοινής τους αποδοχής.
Στη πράξη, αυτό σημαίνει ότι οι εμπλεκόμενοι, επιλέγουν από δημόσιο πίνακα ένα κοινό διαμεσολαβητή και αυτός, παρουσία των δικηγόρων τους, τους ενημερώνει ισότιμα για τη διαδικασία της διαμεσολάβησης, ώστε να αποφασίσουν την έναρξη μιας επικοινωνίας και μέσα από τη διαπραγμάτευση, να επιλύσουν τις διαφορές τους, χωρίς να πάνε στα δικαστήρια.
Αφού τα δυο μέρη επιλέξουν να πραγματοποιηθεί διαμεσολάβηση υπογράφοντας ένα ιδιωτικό συμφωνητικό (που ονομάζεται συμφωνητικό υπαγωγής της διαφοράς σε διαμεσολάβηση), βρίσκονται όλοι μαζί -δικηγόροι, διαφωνούντες και διαμεσολαβητής- σε ένα προεπιλεγμένο ουδέτερο και κατάλληλα διαμορφωμένο χώρο.
Κατά τη διαδικασία-συζήτηση που ακολουθεί, γίνονται κοινές συναντήσεις όλων με το διαμεσολαβητή και αν υπάρξει ένταση και αδιέξοδο, τότε οι δύο πλευρές αποσύρονται σε διαφορετικούς χώρους, για κατ΄ ιδίαν συναντήσεις με το διαμεσολαβητή, επικοινωνούν πλέον μεταξύ τους μέσω αυτού, ο οποίος γίνεται στην ουσία ένας «δίαυλος» επικοινωνίας μεταξύ τους.
Με αυτό τον τρόπο, παρακάμπτεται η άρνηση για επικοινωνία και στο «τραπέζι» της διαπραγμάτευσης αρχίζουν και πέφτουν κάποιες προτάσεις και αντιπροτάσεις.
Ο διαμεσολαβητής, έχοντας υποστεί ειδική εκπαίδευση και ακολουθώντας τη διαδικασία του απορρήτου –εκτός αν οι εμπλεκόμενοι το εγκρίνουν- και με τις νομικές γνώσεις και εμπειρία που διαθέτει, ενεργώντας καταλυτικά, επιτρέπει στο να ηρεμίσουν τα «πνεύματα» και να επικρατήσει ψυχραιμία και λογική.
Δηλαδή, ο διαμεσολαβητής συζητώντας με τον καθένα χωριστά, προσπαθεί να βοηθήσει τους εμπλεκόμενους, να εντοπίσουν κοινά αποδεκτές λύσεις, τις οποίες δεν είχαν βρει νωρίτερα μόνοι τους- άλλωστε αν τις είχαν βρει μόνοι τους, δεν θα τον χρειάζονταν- αποφορτίζοντας έτσι την φορτισμένη από πολλές αιτίες «ατμόσφαιρα».
Η δουλειά του διαμεσολαβητή δεν είναι εύκολη και απαιτεί υπομονή, επιστημονικές γνώσεις και τεχνική, αφού χρειάζονται πολλά και μικρά βήματα συνεργασίας και προσέγγισης και με τα δύο μέρη. Και όλα αυτά, αφού πρώτα ο διαμεσολαβητής επιβεβαιώσει τις προτάσεις που θα μεταφέρει από τη μία πλευρά στην άλλη.
Έτσι σιγά-σιγά, οι δυο πλευρές καταλήγουν σε μία συμφωνία και υπογράφουν ένα συμφωνητικό κοινής αποδοχής, η οποία μπορεί να έχει, υπό ορισμένες απλές προϋποθέσεις, τη δεσμευτική αξία μιας δικαστικής απόφασης.
Με δυο λόγια, αντί να περιμένει ο ενδιαφερόμενος να ορισθεί μια δικάσιμος ημέρα, μπορεί να προσδιορισθεί σε πολύ μικρό χρόνο η συνάντηση των δύο μερών και του διαμεσολαβητή και να τελειώσει άμεσα η αντιδικία, η οποία διαρκεί από λίγες ώρες, μέχρι μία ημέρα.
Το αποτέλεσμα είναι, τις περισσότερες φορές, να επέλθει μεταξύ των διαφωνούντων μερών συμφωνία και εξωδικαστική λύση των διαφορών τους.
Δηλαδή ή τα βρίσκουν άμεσα, ή πηγαίνουν στο δικαστήριο, το οποίο θα γίνει, όταν γίνει…
Στο σημείο αυτό πρέπει να προσθέσουμε, ότι ακόμα κι αν αποτύχει η διαμεσολάβηση, πολλά είναι τα παραδείγματα, όπου τα δύο μέρη τα βρίσκουν μόνα τους, μέσα στις επόμενες εβδομάδες, γιατί ο διαμεσολαβητής έχει προλειάνει το έδαφος και έχει φέρει σε επικοινωνία τα δύο μέρη.
Αυτό συμβαίνει γιατί, πολλοί επαγγελματίες ή άνθρωποι που σέβονται το όνομά τους και γενικότερα τις ανθρώπινες σχέσεις τους, επιθυμούν να λύσουν με κάποιον τις διαφορές τους εξωδικαστικά, άμεσα και με μυστικότητα, ερχόμενοι σε κάποια συμφωνία.
Αντίθετα κάποιοι άλλοι, που είτε δεν τους ενδιαφέρουν τα παραπάνω ή είναι ή «ξεροκέφαλοι» ή ακόμα και «τζαμπατζήδες», δεν θα προτιμήσουν να καθίσουν στο τραπέζι της διαμεσολάβησης, οπότε θα πάνε στα δικαστήρια.
Περιπτώσεις οφειλών (χρεών)
Σε περίπτωση οικονομικών διαφορών που εκκρεμούν, μεταξύ ενός πιστωτή και ενός οφειλέτη (π.χ. ενός επισκευαστή και ενός πελάτη του), ο πιστωτής ενδιαφέρεται να εισπράξει τα χρήματά του το δυνατόν άμεσα και όχι να «τραβηχτεί» στα δικαστήρια για μήνες ή χρόνια, εκθέτοντας έτσι τόσο τον εαυτό του όσο και τον πελάτη του.
Σε αυτή την περίπτωση οι εναλλακτικές λύσεις που έχει ο πιστωτής για να πάρει -και μάλιστα γρήγορα- τα χρήματά του είναι είτε δικαστικώς, είτε εξωδικαστικώς μέσω του θεσμού του διαμεσολαβητή.
Δικαστικώς είναι η έκδοση μιας διαταγής πληρωμής από το ή τα παραστατικά (τιμολόγια) που υπάρχουν, πράγμα που σημαίνει μια χρονοβόρα διαδικασία που θα διαρκέσει περίπου 7 μήνες.
Επίσης θα απαιτηθούν έξοδα δικηγόρου, δικαστικού ενσήμου, τέλος απογράφου και εάν παρ΄ όλα αυτά ο οφειλέτης δεν πληρώσει, τότε πρέπει η υπόθεση να πάει στο επόμενο στάδιο, που είναι η εκτέλεση της διαταγής πληρωμής.
Αυτή είναι η διαδικασία με βάση πάντοτε τον νόμο, η οποία με καλή τύχη, θα έχει ολοκληρωθεί σε 9-14 μήνες, με τα σημερινά δεδομένα! Όσο για το τελικό κόστος της για τον οφειλέτη, αυτό είναι ένας τόκος υπερημερίας και ο ένας ακόμα, ο τόκος επιδικίας, με αποτέλεσμα το ποσόν να διπλασιάζεται!
Φυσικά, υπάρχουν όπως είπαμε και θεμιτές εναλλακτικές λύσεις, εξωδικαστικές, όπως είναι η φιλική διαπραγμάτευση με τη βοήθεια ενός διαμεσολαβητή, η οποία γίνεται με απόλυτη μυστικότητα γιατί είναι απόρρητη, δηλαδή παραμένει αυστηρά μεταξύ των δύο μερών και δεν γίνεται «βούκινο» στο περιβάλλον, όπου ζουν και εργάζονται οι εμπλεκόμενοι.
Όσο για το αποτέλεσμα, αυτό είναι εγγυημένο σε υψηλό ποσοστό -γιατί το 100% δεν εξασφαλίζεται με τίποτα- και δεν είναι μια απλή υπόσχεση, η οποία μπορεί και να μην εκπληρωθεί ποτέ, αλλά συμφωνία επίσημη και δεσμευτική.
Στην διαπραγμάτευση αυτή, τίθενται στο τραπέζι με εύλογο τρόπο θέματα, όπως τι «δίνει» ο πιστωτής (π.χ. χρόνο αποπληρωμής) και τι δίνει ο οφειλέτης, δηλαδή την εγγύηση που απαιτείται ότι θα πληρώσει με την συμφωνηθείσα διαδικασία, ώστε να μη εκτελεστεί δικαστικά ή όλη διαδικασία διαταγής πληρωμής.
Στο σημείο αυτό, πρέπει κανείς να σκεφθεί, ότι εκτός του κοινωνικού-επαγγελματικού αντίκτυπου που θα έχει το αποτέλεσμα, για να εκτελεσθεί η διαταγή πληρωμής, απαιτούνται πολλοί μήνες, ενώ αν π.χ. καταφέρει ο πιστωτής και εξασφαλίσει την αποπληρωμή του ποσού σε λιγότερους μήνες, τότε αυτό είναι ένα σημαντικό πλεονέκτημα.
Με δυο λόγια και παίρνει τα χρήματά του και… ούτε γάτα, ούτε ζημιά.
Επίσης ένα ακόμη θετικό στοιχείο της διαμεσολάβησης είναι, ότι δεν υπάρχει περίπτωση ο οφειλέτης να καταχωρηθεί στον «Τειρεσία», με όποιες συνέπειες και αν έχει αυτό. Υπάρχει μόνον η επιβάρυνση ενός παραβόλου 100€, το οποίο, εφ΄ όσον συμφωνηθεί, θα πληρωθεί από κοινού, εκτός εάν ο πιστωτής θέλει να το πληρώσει εξ ολοκλήρου.
Σε περίπτωση που ενώ έχει επιτευχθεί συμβιβασμός με τη διαμεσολάβηση, ο οποίος διαπιστώνεται και κατοχυρώνεται με τη υπογραφή ενός εγγράφου (του πρακτικού επίλυσης της διαφοράς), ο οφειλέτης παραβιάσει κάποιον από τους όρους του, τότε ο πιστωτής δικαιούται να ζητήσει άμεσα από το διαμεσολαβητή να κατατεθεί το πρακτικό στο αρμόδιο δικαστήριο και να γίνει τίτλος εκτελεστός, δηλαδή δεσμευτικός όπως μία δικαστική απόφαση ή μία διαταγή πληρωμής, οι οποίες όμως θα έπαιρναν μήνες ή χρόνια για να εκδοθούν.
Θα απαιτούσαν επίσης πιο πολλά έξοδα ενώ στη διαμεσολάβηση το παράβολο των 100€ είναι χαμηλό και σταθερό άσχετα με το ποσό απαίτησης.
Διαμεσολάβηση-Φανοβαφείς-Ασφαλιστικές
Στο σημείο αυτό τίθενται δύο θέματα προς συζήτηση για τους φανοβαφείς, οι οποίοι ως γνωστόν έχουν και καθημερινό πάρε-δώσε με τις ασφαλιστικές εταιρείες.
Το ένα είναι η τυποποίηση μιας διαδικασία εύρεσης κοινών σημείων κοστολόγησης με τις ασφαλιστικές εταιρείες, μέσω της διαμεσολάβησης, ώστε να αποφευχθούν οι προστριβές γενικότερα και οι δικαστικές διαμάχες ειδικότερα.
Το άλλο είναι, να γραφεί πάνω στα εκδιδόμενα τιμολόγια, η ρήτρα της διαμεσολάβησης. Έτσι θα γνωρίζουν οι πάντες και ιδίως οι πελάτες, ότι αυτό υφίσταται πλέον σαν διαδικασία και δεν κάτι το πονηρό ή κάτι που «κατέβηκε» ξαφνικά στο κεφάλι του επισκευαστή.
Επίσης, είναι σημαντικό, ότι η ρήτρα αυτή δεν είναι δεσμευτική, αφού διαμεσολάβηση πραγματοποιείται μόνο με συμφωνητικό υπαγωγής, δηλαδή «κοινή συναινέσει» των εμπλεκομένων μερών, που θα τη αποδεχτούν εγγράφως.
Η αναγραφή στα τιμολόγια της ρήτρας διαμεσολάβησης, δεν υποχρεώνει καλά και σώνει τον οφειλέτη να αποδεχθεί, παρά την θέλησή του αυτή την διαδικασία, αλλά απλά, είναι μια διέξοδος την οποία αν θέλει ακολουθεί.
Άλλωστε, αν αυτό ήταν αρνητικό για τον ίδιο, δεν θα υπήρχε το ποσοστό 75% (σύμφωνα με στοιχεία εκτός Ελλάδας) επίλυσης των διαφορών με τη συγκεκριμένη διαδικασία.
Βέβαια η όλη διαδικασία, δεν είναι εύκολη υπόθεση για τον διαμεσολαβητή, γιατί –όπως προαναφέραμε- δεν είναι ακόμα γνωστή στους απλούς πολίτες, αλλά με τη βοήθεια των δικηγόρων μαθαίνεται και σιγά-σιγά γίνεται αποδεκτή, εξ΄ού και τα μεγάλα ποσοστά επιτυχίας της στο εξωτερικό, τα οποία αναμένεται ότι σύντομα να υπάρξουν και στην Ελλάδα.
Πότε συμφέρει
Τα κόστη μιας διαμεσολάβησης για κάθε εμπλεκόμενο είναι, η πληρωμή του δικηγόρου του, η οποία (με βάση το Νόμο) είναι ένα γραμμάτιο 150 € η ελάχιστη, πράγμα που «παίζεται» από δικηγόρο σε δικηγόρο.
Σε αυτό προστίθεται το ½ της αμοιβής του διαμεσολαβητή, η οποία προσδιορίζεται (από το Νόμο) σε 100€ την ώρα -η ενδεικτική – δηλαδή 50€ για κάθε εμπλεκόμενο.
Δηλαδή αν η διαμεσολάβηση κρατήσει π.χ. 4 ώρες, τόσο ο πιστωτής, όσο και ο οφειλέτης, θα πληρώσουν τον δικηγόρο τους -το ελάχιστο 150- και τον διαμεσολαβητή 200€ (4ώρες Χ 100 : 2), δηλαδή συνολικά 350 ευρώ το λιγότερο.
Αυτός είναι και ο λόγος, που η διαμεσολάβηση είναι συμφέρουσα για διεκδικούμενα ποσά άνω των 1.500€ ή γενικότερα για ποσά που να δικαιολογούν την πληρωμή των προαναφερόμενων αμοιβών. Εξυπακούεται, ότι αν υπάρχουν πολλά τιμολόγια στον ίδιο οφειλέτη, τα ποσά τους αθροίζονται και η διαδικασία παραμένει μία.
Επίσης, σύμφωνα με την πρακτική που ακολουθείται και όπως είθισται να γίνεται με κάθε ελεύθερο επαγγελματία, διαφορετικά χρεώνει ο διαμεσολαβητής την εργασία του σε μια απλή περίπτωση διαμεσολάβησης που διαρκεί 3-4 ώρες μόνο και σε κάποια άλλη πολύπλοκη, που διαρκεί μια ημέρα ή όταν ο διαμεσολαβητής έχει απασχοληθεί -για να φέρει τα μέρη στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης- κάποιες ημέρες.
Σημειωτέων, η χρέωση του διαμεσολαβητή, αρχίζει από τη στιγμή που τα δύο μέρη συμφωνήσουν και αποδεχτούν την διαδικασία αυτή.
Με δυο λόγια, κάθε ενδιαφερόμενος μπορεί να προϋπολογίσει τα κόστη του και αν δεν τον συμφέρει, δεν μπαίνει στην διαδικασία της διαμεσολάβησης.
Αυτός λοιπόν είναι ο θεσμός τις διαμεσολάβησης, ο οποίος αναμένεται να δώσει λύσεις σε πολλές οικονομικές εκκρεμότητες και γενικότερα προβλήματα του κλάδου.
Ο θεσμός της διαμεσολάβησης, είναι ένα θέμα που συζητήθηκε ευρέως κατά την εκδήλωση κοπής της «πίτας» στο Σύλλογο Φανοβαφέων Αττικής.
Σε αυτήν είχε προσκληθεί και συμμετείχε τόσο ο άμισθος συνεργάτης-σύμβουλος του κλάδου κ. Ευάγγελος Κεφάλας, όσο και ο εξειδικευμένος δικηγόρος-διαμεσολαβητής κ. Σπύρος Αντωνέλος.
Μάλιστα ο τελευταίος, όχι μόνο ανέλυσε το τι είναι, τι κάνει και πόσο χρήσιμος είναι ο θεσμός του διαμεσολαβητή για τους Φανοβαφείς, αλλά και δέχτηκε και απάντησε σε πλήθος ερωτήσεων των παρισταμένων μελών του Συλλόγου.
Αξιοσημείωτο είναι ότι το θέμα του θεσμού του διαμεσολαβητή, το είχε πρωτοαναφέρει στο Πανελλήνιο Συνέδριο Φανοβαφέων, που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Απρίλιο στην Ξάνθη, ο σημερινός Πρόεδρος του Συλλόγου Μιχάλης Κωνσταντινίδης, ο οποίος είναι και ο… ανακινητής αυτής της εξέλιξης για τον κλάδο.